Παρασκευή, Μαΐου 20, 2011

129. Η επιμήκυνση


Το κοιτάζει κάθε μέρα και το βλέπει να μακραίνει. Το κοιτάζει συχνά. Το κοιτάζει το πρωί μόλις ξυπνά, το ξανακοιτάζει μετά το κατούρημα, αλλά και αργότερα, πριν σηκώσει το φερμουάρ του παντελονιού. Κατεβαίνοντας με το ασσανσέρ από το ρετιρέ στο ισόγειο για να πάει στη δουλειά, ρίχνει πάλι μια ματιά. Στο γραφείο, ξεκλέβει κάπου κάπου λίγα λεπτά και το κοιτάζει κρυμμένος πίσω από τα χαρτιά που στοιβάζονται πάνω στο γραφείο. Επίτηδες αφήνει να μαζεύονται όγκοι εγγράφων, είναι ό,τι πρέπει για κρυψώνα, γιατί δε γίνεται να τρέχει κάθε τρεις και λίγο στο βεσέ των ανδρών μονάχα για ένα βλεφάριασμα. Η δύσκολη ώρα είναι η ώρα του φαγητού, που δεν μπορεί να το κοιτάξει, το ψαύει απλώς κάτω από το τραπέζει και σιγουρεύεται πως είναι στη θέση του. Σχολάει στις τέσσερις, μπαίνει στο αμάξι και δεν κρατιέται. Χαλαρώνει τη ζώνη, ανοίγει το φερμουάρ και το κοιτάζει με απληστία όσην ώρα οδηγεί. Μέχρι να φτάσει σπίτι, τυχαίνει να το έχει κοιτάξει πάνω από πεντακόσιες φορές. Μόλις τελειώνει το παρκάρισμα, ταχτοποιεί το παντελόνι και το ντουλαπάκι του ταμπλό και βγαίνει καμαρωτός καμαρωτός. Ανεβαίνει με το ασσανσέρ χωρίς να έχει μεγάλη ανάγκη να το κοιτάξει ξανά εκτός από μερικές φορές που, όταν δεν έχει και μεγάλη κίνηση στο δρόμο, η διαδρομή είναι σύντομη. Στο σπίτι κυκλοφορεί γυμνός και όταν κάθεται στον καναπέ να δει τηλεόραση στηρίζει -καλού κακού- ένα καθρέφτη πάνω στο τραπεζάκι να μη χάνει τις φάσεις επιμήκυνσης.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...