Παρασκευή, Φεβρουαρίου 11, 2011

120. Ο Μεγάλος Βιασμός


Εκλεισε η πόρτα βαρειά πίσω από το βιαστή και παραβιαστή του οικογενειακού ασύλου, των ντουλαπιών με τα ρούχα, του ψυγείου και των ερμαρίων με τα τρόφιμα, του τραπεζικού λογαριασμού και των δανειακών συμβάσεων. Ο ωραίος Μεργκαέλ και η αγαπημένη του Βέρα Καλτάκα εξακολουθούσαν να παραμένουν βουβοί μετά την τραγωδία που είχαν ζήσει. Βουβοί και γυμνοί όπως τους γέννησε η μάνα τους ή όπως ο Αδάμ κι η Εύα στον Παράδεισο. Αλλο τό 'να όμως και άλλο το άλλο. Οταν γεννήθηκαν ήταν νεογνά, ενώ οι προπάτορες ήταν ενήλικες· ως προς τη γύμνια είναι το ίδιο ακριβώς, το ίδιο γυμνοί δηλαδή. Η αίσθηση ντροπής ήταν διάχυτη, χυμένη από κάθε πόρο των σωμάτων τους, πασαλειμένη πάνω στα πλακάκια, ξερασμένη από τη λεκάνη και το νιπτήρα, ακόμα και το καζανάκι της τουαλέτας έσταζε ντροπή. Ο Μεργκαέλ κοίταζε το νιπτήρα απλανώς, ενώ η Βέρα είχε μαρμαρωθεί με το κεφάλι σκυφτό και το βυζι να ανεμίζει κάτω απο τη μασχάλη. Δεν τολμούσε ο ένας να κοιτάξει τον άλλον. Ο βιαστής έφταιγε βεβαίως, αλλά εκείνοι ένοιωθαν την ενοχή που τους είχε φορτώσει. Ακριβώς όπως ο Κύριος φόρτωσε με ενοχές τα πλάσματά του, όπως κάθε μάνα που σέβεται τον εαυτό της ως μάνα και ως κυρία γεμίζει ενοχές τα μυαλά των παιδιών της. Μια παροιμία λέει «και κερατάς και δαρμένος» και είναι η περίπτωση αυτή ακριβώς: βιασμένοι και γυμνοί, λες και είχε αδειάσει και το απομέσα του κεφαλιού τους. Μια στιγμή, η Βέρα σήκωσε το κεφάλι και μουρμούρισε ένα αχνό «και τώρα τί κάνουμε», ο Μεργκαέλ «γιατί πληθυντικός, καθένας μόνος του από δω και πέρα» είπε στον εαυτό του και ράγισε το πράσινο πλακάκι επάνω δεξιά. Τα λευκά πλακάκια είναι πάντα πιο ανθεκτικά, ισπανικό προϊόν βλέπεις. «Ηταν ανάγκη να μπει αυτή η γαμημένη υπογραφή» ξαναμίλησε η Βέρα στον εαυτό της και «μεγάλη ανάγκη έδειχνε πως ήταν» ξαναμίλησε ο Μεργκαέλ και «Με κατέστρεψε ο πούστης!» ξέσπασε ουρλιάζοντας και η Βέρα σηκώθηκε όρθια και φώναξε κι αυτή όσο της επέτρεπε το λαρύγγι της «Θα του φάω το λαρύγγι του καργιόλη!» και το καλό είναι πως σηκώθηκε και ο Μεργκέλ και βρεθήκαν και οι δυο τους ορθοί, αν και στα κρύα του λουτρού, και αγκαλιαστήκαν και φιληθήκαν και πήγαν να ανοίξουν την πόρτα να βγουν να τον κυνηγήσουν. Μαζί. Η πόρτα όμως δεν άνοιγε, ήταν κλειδωμένη απέξω και μέσα στο λουτρό δεν υπήρχε κάτι βαρύ να ρίξουν πάνω της, αλλά έριξε το βάρος του κορμιού του ο Μεργκαέλ και την έσπασε και βγήκαν έτσι θεόγυμνοι στο δρόμο και ενωθήκαν με λεφούσια γυμνών ανθρώπων που ούρλιαζαν κραδαίνοντας τα γυμνά τους σώματα -ασπίδες και όπλα ταυτοχρόνως- και τρέχαν οι γυμνοί άνθρωποι, ορμητικοί μα όχι πανικόβλητοι, να πλακώσουν το βιαστή τους, να τον σκάσουν κάτω από το βάρος των ενοχών με τις οποίες τους είχε φορτώσει. Δεν γνωρίζω τί έγινε στο τέλος, υποθέτω όμως ότι ο βιαστής ανακαλύφθηκε και πλήρωσε το κακό που έκανε -με την υπεξαίρεση της αναπνοής του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...