Τετάρτη, Ιουνίου 23, 2010

107. ο ανθρακωρύχος

Οταν έγινε η έκρηξη στη σήραγγα βάθους 300 μέτρων, ο ανθρακωρύχος πετάχτηκε απότομα προς τα πάνω -σαν να τον έφτυσε ένα φρεάτιο- και βγήκε σώος στο έδαφος. Μάλιστα, στάθηκε όρθιος στα δυο του πόδια, τόσο τυχερός ήταν. Ακόμα στέκεται δίπλα στην κολόνα και βλέπει το τοπίο να καπνίζει και αναρωτιέται τι να τα κάνει τόσα πολλά κάρβουνα. Ολοι σκοτώθηκαν, εργάτες κι αφεντικά, κανείς δεν έμεινε ζωντανός και όλο το κάρβουνο είναι δικό του. Τους συντρόφους του που χάθηκαν, καθόλου δεν τους σκέφτεται. Αυτοί πάνε τώρα, κάπου εκεί στα βαθειά θα μένουν στους αιώνες, πλακωμένοι με χώματα και σίδερα. Αυτός γλίτωσε και αυτό είναι το σημαντικό. Σήμερα. Αύριο, ποιος ξέρει, μπορεί να μη σταθεί τόσο τυχερός, αλλά γι αυτόν αύριο δεν υπάρχει. Μόνο κάρβουνο κατάμαυρο και λιπαρό, κάρβουνο που γυαλίζει σαν το τρίχωμα της μαύρης γάτας που τρίβεται στα πόδια του όταν ανάβει τη σόμπα, με κάρβουνο φυσικά. Η σκέψη της μαύρης γάτας του, σαν να τον ξύπνησε από λήθαργο βαθύ. Μα, πόσες μέρες είχε να πάει σπίτι του να την ταΐσει και να τη χαϊδέψει; Λογάριασε απο μέσα του και βρήκε πως μάλλον είχε περάσει μήνας και βάλε. «Και ειμαι ακόμα ζωντανός;» είπε από μέσα του και ψαχούλεψε το κορμί του. Βρήκε όλα τα μέλη στη θέση τους και ησύχασε, ήταν ζωντανός. Ζωντανός και μόνος με όλο αυτό το κάρβουνο για παρέα, ολόκληρα βουνά από κάρβουνο μαύρο και γυαλιστερό. Πήρε το δρόμο για το σπίτι του, να ξεκουραστεί και να σκεφτεί πιο καθαρά τί είχε συμβεί και τί θα έκανε από δω και πέρα. Οπως πλησίαζε, είδε μια κάτασπρη γάτα να βγαίνει από την πόρτα της αυλής του σπιτιού του...
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...